Το 5ο Φεστιβάλ Αφήγησης Αθήνας ρωτάει τον Μάνο Κοντολέων

 «Τι σημαίνει προφορικότητα ενός γραπτού κειμένου;» 

Λοιπόν... Όλα νομίζω ξεκινήσανε από τον καιρό που η μητέρα μου -με μια θερμή, βραχνή φωνή- μου ιστορούσε άλλοτε για τη Σμύρνη που ποτέ δεν ξεχνούσε κι άλλοτε για το σκυλάκι της, τον Μπούμπη, που τον είχε θάψει έξω από το Σκοπευτήριο.
Μετά... Ήταν οι Κυριακές με τον «Θέατρο στο μικρόφωνο» του Αχιλλέα Μαμάκη και τα αποσπάσματα των παραστάσεων που έπαιζαν ο Μινωτής, η Παξινού, η Χατζηαργύρη...
Τους ίδιους, μα και τον Νίκο Τζόγια και την Βαλάκου τους άκουγα άλλοτε στο «Θέατρο της Τετάρτης» κι άλλοτε να διαβάζουν Βενέζη και Τατιάνα Μιλλιέξ στη «Ραδιοφωνική Βιβλιοθήκη».
Και βέβαια ήρθε η ώρα της Μελίνας -Χάρτινο το φεγγαράκι- και της Έλλης - Εγώ θέλω φαντασία- που με κάνανε να ονειρεύομαι τη δικιά μου Μπλανς.
Λοιπόν... Έτσι πρέπει να είναι. Ένας από τους λόγους που έγινα συγγραφέας ίσως είναι πως ονειρεύτηκα τα δικά μου λόγια να τα αφηγείται μια μητέρα στο παιδί της, αισθαντικές φωνές να τους χαρίζουν την ελεύθερη φαντασία της ακοής.